01.11 | Ελεύθερη Βούληση – Πεπρωμένο και Τυχαίο – Βιβλία Αλήθειας – Truth Legacy Books

11. Ἐλεύθερη Βούληση – Πεπρωμένο καὶ Τυχαῖο

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΑΦΘΑΡΤΑ – Δοκίμιο στὴν Ἀνθρώπινη Φύση

A- A A+

Ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει νὰ σχηματίζεται ἡ ἀντίληψη γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση, ἐκεῖ τίθεται πάντοτε καὶ ὁ προβληματισμὸς ἂν ἡ ὑπόσταση αὐτὴ καί, φυσικά, τὸ μέλλον της, ὅπως καὶ τὸ παρελθόν της, εἶναι εἴτε ἕνα τυχαῖο γεγονὸς εἴτε κάτι ποὺ ἔχει προσδιοριστεῖ σαφῶς εἴτε, τέλος, ἂν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν ἐλευθερία κίνησης καὶ ἐπιλογῆς τοῦ δρόμου ποὺ θὰ ἀκολουθήσει καί, φυσικά, καὶ τοῦ προορισμοῦ.

Ἡ ἀπάντηση ποὺ δίνεται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποικίλλει ἀνάλογα μὲ τὴν ἀντίληψη ποὺ ἔχει σχηματίσει ὁ καθένας γιὰ τὸ Σύμπαν, τὸν ἄνθρωπο, τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον.

Ὅσοι εἶναι ὀπαδοὶ τοῦ τυχαίου, δηλαδὴ πιστεύουν ὅτι τὸ Σύμπαν καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι προιόντα τῆς τύχης, ἀναγκαστικὰ πιστεύουν ὅτι οὔτε πεπρωμένο οὔτε προκαθορισμένη τύχη τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει, πὼς ὅλα ἔρχονται καὶ ἐξαφανίζονται στοὺς τέσσερις ἀνέμους.

Ὅσοι πάλι ἀποδέχονται ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ὑπόσταση δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἕναν ψυχοσωματικὸ μηχανισμό, ποὺ διαιωνίζεται διὰ τῆς κληρονομικότητας καὶ ὑπόκειται στοὺς ἴδιους φυσικοὺς νόμους ποὺ ὑπόκεινται καὶ τὰ ἄλλα δημιουργήματα στὰ διάφορα ἐπίπεδα τῆς Δημιουργίας –ζῶα, φυτά, ὀρυκτά–, ὅσοι δηλαδὴ πιστεύουν σὲ ἕναν κόσμο αἰτιοκρατικό, δὲν δέχονται ὅτι ὑπάρχει ἐλευθερία βούλησης ἀλλὰ μόνο πεπρωμένο.

Ὅμως ἀκόμα καὶ ὅσοι πιστεύουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι τυχαῖο δημιούργημα ἀλλὰ κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ρυθμίζει, μεριμνᾶ, συνέχει καὶ καθορᾶ τὰ πάντα, ἔχουν πολλὲς φορὲς ἔντονο τὸν προβληματισμὸ ἂν καὶ κατὰ πόσο ὁ Θεὸς στὴν Παντοδυναμία Του προκαθόρισε καὶ τὴν τύχη τῶν κτισμάτων Του πάνω στὴ Γῆ, ὁπότε στὴν περίπτωση αὐτὴ καὶ πάλι δὲν ἀπομένει περιθώριο ἐλεύθερης βούλησης καὶ ἐπιλογῆς.

Σύμφωνα μὲ τὴ δική μας ἄποψη, τὴ δική μας πίστη, ὅπως ἔχουμε ἤδη πεῖ, τὸ Σύμπαν καὶ ὁ κόσμος ποὺ τὸ κοσμεῖ εἶναι Δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ Θεὸς εὐδόκησε νὰ γίνει αὐτὸς ὁ κόσμος καὶ ἔγινε διὰ τῶν Δυνάμεων ποὺ ἐκπορεύθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό – ποιήθηκε δὲ ἀπὸ τὸν Δημιουργικὸ Λόγο μὲ τὴ συνέργεια τῆς Τρίτης Ὑπόστασής Του, δηλαδὴ τοῦ Πνεύματος.

Ἐκεῖνος συνέχει, συντηρεῖ καὶ καθορᾶ τὰ πάντα διὰ τῆς ὑπερβάλλουσας Δύναμης καὶ Ἀγαθότητάς Του, ἐπεμβαίνοντας μὲ τὴ μορφὴ τῆς Θείας Πρόνοιας ἢ Θείας Οἰκονομίας στὴν προσωπικὴ ζωὴ τοῦ καθενὸς ἀνθρώπου ἢ τῶν ἐθνῶν. Ὅμως ἡ Θεία Πρόνοια δὲν ἔρχεται ὡς δέσμευση οὔτε ὡς τιμωρία, ἀλλὰ ὡς καθοδήγηση καὶ βοήθεια στὸν δρόμο τοῦ ἀνθρώπου, ἕναν δρόμο ποὺ ἔχει ἐπιλέξει μόνος του, μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή του.104

Ἐλεύθερη βούληση καὶ ἄνθρωπος εἶναι ἀπόλυτα συνδεδεμένα, ἀφοῦ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ ὡς ἀντανάκλαση τοῦ Θείου Νοῦ, τοῦ Θεοῦ, ἔχει ἀφ’ ἑαυτῆς τὴν ἐλευθερία, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ δότης της. Αὐτὴ ἡ ἐλεύθερη βούληση, ἡ ὁποία εἶναι προέκταση τῆς λογικῆς ποὺ δόθηκε στὸν ἄνθρωπο κατ’ ἀποκλειστικότητα ἔναντι τῶν ἄλλων μορφῶν Δημιουργίας, εἶναι ποὺ τὸν κάνει νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα. Ἑπομένως, χωρὶς τὴν ἐλεύθερη βούληση ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ ἦταν τίποτα περισσότερο ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄλογο καὶ ἀνεύθυνο ζῶο. Καὶ αὐτὸ γιατὶ πρέπει νὰ ποῦμε ἀκόμα ὅτι ἡ ἐλευθερία γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε συνεπιφέρει τὴν εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὶς πράξεις του.

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ του. Ὅταν λέμε «εἰκόνα» δὲν ἐννοοῦμε τὴ μορφή του, γιατὶ ὁ Δημιουργὸς εἶναι ἄυλος. Ἐννοοῦμε ὅτι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς, εἶναι ἀντανάκλαση, εἰκόνα τοῦ Θείου Νοῦ.

Μὰ τότε, ἂν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἐλευθερία τῆς βούλησης, ὅπως λέμε, πῶς ἐξηγεῖται αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Μέγας Ἀπόστολος, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ […] οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε;105

Καὶ ὅσον ἀφορᾶ τὴν πρόγνωση, δὲν προκύπτει ζήτημα, γιατὶ ὁ Θεὸς ὡς Παντογνώστης προγνωρίζει. Ὅσον ἀφορᾶ ὅμως τὸν προορισμό, ἐπεξηγώντας τὴν ἀποστολικὴ ρήση ἔχουμε νὰ ποῦμε τὰ ἀκόλουθα: ἀμέσως μετὰ τὴ Δημιουργία τοῦ κόσμου, τὰ πάντα τέθηκαν κάτω ἀπὸ τὴ Θεία Πρόνοια καὶ Οἰκονομία σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴ συνοχή, τὴ συντήρηση καὶ τὴ σωτηρία τῶν πάντων, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπόλαυση τῆς Θείας ἀγαθότητας στὸ μέλλον. Συνεπῶς ὁ Θεὸς ἔχει προορίσει, χωρὶς καμία ἐξαίρεση, ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὡς κληρονόμους τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν Του.

Ἡ Πρόνοια ὡστόσο ἐνεργεῖ ἀνάμεσα σὲ ὅλα τὰ ὄντα καὶ κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ἐνέργειά της. (Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης)106

Φυσικά, ὅμως, στὸν ἄνθρωπο ἐναπόκειται νὰ ἀποδεχθεῖ ἢ μὴ αὐτὴ τὴν ἄνωθεν ἀρωγὴ καὶ βοήθεια προκειμένου νὰ γίνει δεκτὸς «στὴν τελετὴ τοῦ γάμου».

Ἡ πρόσκληση τοῦ Θεοῦ ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους· ἡ ἐκλογὴ ὅμως ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἀπάντησή μας. (Σωφρόνιος Σαχάρωφ)107

Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν. (Κατὰ Ματθαῖον 11:28-30)

Στὸν ἄνθρωπο, λοιπόν, ἐναπόκειται νὰ ἐφοδιαστεῖ μὲ τὸ κατάλληλο ἔνδυμα γάμου γιὰ νὰ μὴν ἀποβληθεῖ ἀπὸ τὴν πανδαισία. Γιὰ τὴν καρποφορία δὲν ἀρκεῖ μόνο ἡ γῆ. Χρειάζονται καὶ τὸ φῶς καὶ ὁ χρόνος καὶ οἱ βροχὲς κ.λπ. Ἔτσι μόνο θὰ μπορέσει νὰ συλλέξει κανεὶς τοὺς καρπούς, μετὰ ἀπὸ ἐπίπονη καὶ προσεκτικὴ καλλιέργεια. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ τύχει τῶν ἀγαθῶν ποὺ ὅρισε γιὰ αὐτὸν ὁ Θεός, θὰ πρέπει πρῶτα νὰ τὸ θελήσει ὁ ἴδιος καὶ ἔπειτα νὰ κοπιάσει, νὰ ἀγωνιστεῖ γιὰ νὰ συντρέξουν οἱ περιστάσεις.

Ὑπάρχει, λοιπόν, αὐτὸς ὁ γενικὸς καὶ ἀπόλυτος προορισμὸς γιὰ τὸν ὁποῖο μιλᾶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος καλύπτει τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα, αὐτὸς ὁ προορισμὸς ποὺ γίνεται σχετικὸς μόνο ἀπὸ τὴ βούληση τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως δὲν ἀνατρέπει οὔτε κὰν θίγει τὴν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν πιὸ πάνω ρήση τοῦ Ἀποστόλου, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη ρήση στὴν Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολή του:

Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου […]. (Ἀπ. Παύλου, Πρὸς Γαλάτας 1:15)

Ἐδῶ βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει πράγματι ἕνας συγκεκριμένος προορισμός – ὄχι πρὸς κάτι μελλον- τικό, δηλαδὴ κάτι ποὺ ἀφορᾶ τὴ μέλλουσα Βασιλεία, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀνάθεσης μιᾶς συγκεκριμένης ἐργασίας ἢ πράξης κατὰ τὴ διάρκεια τῆς παραμονῆς μας στὴ Γῆ. Αὐτὴ ἡ ἐπιλογὴ καὶ ἡ ἀνάθεση τοῦ ρόλου, ὅπως συνέβη λόγου χάριν μὲ τὸν Παῦλο, δὲν ἔγινε οὔτε στὴν τύχη οὔτε ἦταν προκαθορισμένη, ἀλλὰ ὀφειλόταν στὴν ἱκανότητά του, ἱκανότητα ποὺ εἶχε ἀναπτύξει ὁ ἴδιος μέσα ἀπὸ τὴν ἔρευνα καὶ τὴν ἀναζήτηση. Αὐτὸς ὁ προορισμὸς δὲν προϋπάρχει, εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα ἀγώνα καὶ ἐκπαίδευσης πολλῶν ἐτῶν. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέγεται γιατὶ ὁ ἴδιος μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή του κατέστησε τὸν ἑαυτό του ἱκανὸ μὲ τὴ δική του προσπάθεια, μὲ τὴν ἀνάπτυξη τόσο τῶν προσόντων ποὺ ἔδωσε σὲ αὐτὸν ὁ Θεὸς ὅσο καὶ τῶν δικῶν του προσόντων.

Δὲν ὑπάρχουν προκαθορισμένοι ρόλοι. Ὁ Θεὸς δὲν προόρισε κανέναν καὶ γιὰ τίποτα, δὲν ὑποχρέωσε ποτὲ κανέναν νὰ παίξει ἕναν προκαθορισμένο ρόλο. Κάτι τέτοιο θὰ σήμαινε ὅτι δὲν ὑπάρχει καμία ἐλευθερία στοὺς ἀνθρώπους καί, φυσικά, καμία εὐθύνη γιὰ τὶς πράξεις τους.

Μπορεῖ ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, τὰ ἀστέρια, ὅλα τὰ οὐράνια σώματα καὶ ἡ Γῆ νὰ ἔχουν προκαθορισμένες κινήσεις αὐστηρὰ ἐπαναλαμβανόμενες, ὄχι ὅμως καὶ ὁ ἄνθρωπος, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι προέκταση τῆς φύσης, παρὰ μόνο ὅσον ἀφορᾶ τὸ σῶμα του. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει Θεία προέλευση καὶ δικό της προορισμό, γι’ αὐτὸ καὶ ἀπολαμβάνει τὴν πλήρη ἐλευθερία της.

Ὁ ρόλος ἢ οἱ ρόλοι ποὺ παίζουμε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς γήινης ὕπαρξής μας δὲν ἔχουν προκαθοριστεῖ. Ἐπιλεγόμαστε τὴν κατάλληλη στιγμή, ἀνάλογα μὲ τὶς καλὲς ἢ κακὲς τάσεις μας. Ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα δὲν εἶχε προκαθοριστεῖ πρὸ τοῦ αἰῶνος, ἁπλῶς στὴν κατάλληλη στιγμὴ κρίθηκε ὅτι αὐτὸς θὰ ἦταν ὁ πιὸ κατάλληλος, λόγω τῆς φιλαργυρίας του, γιὰ νὰ προδώσει. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ὁ Ἰούδας, καὶ ὁ κάθε Ἰούδας, εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὶς πράξεις του.

Στὸ τέλος, ὅμως, διὰ τῆς Θείας Πρόνοιας, γίνεται ὄχι αὐτὸ ποὺ ἐπιδιώκει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὅ,τι ὁ Θεὸς εἶχε προγνωρίσει πρὶν ἀπὸ κάθε ἀρχὴ ὅτι θὰ γινόταν ἀπὸ τὸν καθένα μας, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας. Οὔτε πρέπει νὰ ἀπορεῖ κανεὶς οὔτε, πολὺ περισσότερο, νὰ θορυβεῖται καὶ ἐνδεχομένως νὰ φθονεῖ γιατὶ κάποιος ἄλλος ἔτυχε νὰ προκόψει περισσότερο. Κάτι τέτοιο θέτει σὲ ἀμφιβολία τὴ Θεία Δικαιοσύνη καί, κατὰ συνέπεια, τὴν πίστη μας.

Εἰ μὴ ἑκάστῳ ὡς ἐμέρισεν ὁ Θεός […]. (Ἀπ. Παύλου, Πρὸς Κορινθίους Α΄ 7:17)

Ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων, ἄλλωστε, δὲν σημαίνει μόνο ὅτι ὁ λαβῶν ὀφείλει νὰ ἐπιστρέψει καρποφόρο τὸ τάλαντο ποὺ ἔλαβε, ἀλλὰ σημαίνει ἐπίσης ὅτι ὁ Κύριος διένειμε τὰ τάλαντα ἄνισα. Ἀλλοῦ ἕνα, ἀλλοῦ πέντε, ἀλλοῦ δέκα. Ἑπομένως, καὶ ἡ ὑποχρέωση τῆς καρποφορίας θὰ εἶναι ἀνάλογη ὄχι μόνο μὲ τὴν ποσότητα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ποιότητα τοῦ σπόρου, δηλαδὴ στὴν τελικὴ κρίση ἡ ἀπολογία θὰ εἶναι ὄχι γιὰ τὸ πόσο καρπὸ ἀπέδωσε τὸ κεφάλαιο, ἀλλὰ γιὰ τὸ ἂν ἀπέδωσε τὸν ἀνάλογο καρπό.

Καθένας ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις του, ὅλοι ὅμως πρέπει νὰ ἀρκούμαστε σὲ αὐτὸ ποὺ μᾶς δόθηκε καὶ νὰ τὸ ἀποδεχόμαστε. Γιατὶ ὅλοι ὀφείλουμε νὰ γνωρίζουμε ὅτι στὴν πνευματικὴ ζωή μας ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα καὶ ἡ προσφορὰ τοῦ καθενὸς ἀντανακλᾶ καὶ πηγάζει συνάμα ἀπὸ τὴν προσφορὰ τοῦ συνανθρώπου μας. Ὅπως τὰ κύτταρα στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ ἐπιτελοῦν διαφορετικὲς λειτουργίες καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ θεωρήσουμε ὑπέρτερο ἢ κατώτερο κάποιο κύτταρο ἔναντι τοῦ ἄλλου, ἔτσι καὶ ἐμεῖς ἐπιτελοῦμε, ὁ καθένας μας ἀπὸ τὴν πλευρά του ἀνάλογα μὲ ἐκεῖνο ποὺ τοῦ δόθηκε, μία ἑνιαία λειτουργία ἑνὸς Ὅλου, πτυχὲς ἀπειροελάχιστες τοῦ ὁποίου εἴμαστε.

Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. (Ἀπ. Παύλου, Πρὸς Γαλάτας 5:25)

Τὸ συμπέρασμα εἶναι λοιπὸν ὅτι ὁ προορισμὸς γιὰ τὸν ὁποῖο μιλᾶ ὁ Ἀπόστολος, τόσο στὴ μία ὅσο καὶ στὴν ἄλλη μορφή του, εἶναι ἀνεξάρτητος ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου – ἤ, μᾶλλον, δὲν τὴν ἐπηρεάζει.

Ἡ ἐλεύθερη βούληση παραμένει πάντοτε τὸ κυρίαρχο στοιχεῖο κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή μας, παραμένει ὅμως μέχρι νὰ ἔρθει ἡ ὑπερευλογημένη στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος αὐτὴ τὴν ἐλεύθερη βούληση θὰ τὴν ἐναποθέσει στὰ πόδια τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ γίνει τὸ θέλημά Του, «ὡς ἐν Οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς Γῆς». Γιατὶ μόνο μὲ τὴ δέσμευση αὐτὴ θὰ βροῦμε τὴν πραγματικὴ ἐλευθερία μας, ἀφοῦ οἱ Οὐράνιες Δυνάμεις δὲν ἐξαναγκάζουν κανέναν, ἀλλὰ ἀντίθετα ὀργανώνουν, ἐναρμονίζουν, ὀμορφαίνουν.

Μόνο αὐτὴ ἡ ὑποταγὴ θὰ ἐπιτρέψει στὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι ἀπόλυτα ἐλεύθερος. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς λύτρωσης, δηλαδή:

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας. Αὐτὸ θὰ πεῖ, νὰ ἐγκαταλείψει ὁ ἄνθρωπος τὰ δικά του θελήματα καὶ νοήματα καὶ νὰ κάνει τὰ θελήματα καὶ τὰ νοήματα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἂν μπορέσει νὰ τὰ κάνει αὐτά, δὲν βρίσκεται σὲ ὅλη τὴν κτίση πράγμα ἢ προσπάθεια ἢ τόπος ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ τὸν ἐμποδίσει νὰ γίνει ὅπως ὁ Θεὸς ἐξαρχῆς θέλησε νὰ εἶναι, «κατ’ εἰκόνα καὶ κατ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ» [Π.Δ., Γένεσις 1:26] καὶ κατὰ χάρη θέσει θεός, ἀπαθής, δίκαιος, ἀγαθὸς καὶ σοφός, εἴτε πλούσιος εἶναι, εἴτε φτωχός, εἴτε ζεῖ τὴν παρθενικὴ ζωή, εἴτε τὴ συζυγική, εἴτε εἶναι ἄρχοντας καὶ ἐλεύθερος, εἴτε ὑποτακτικὸς καὶ δοῦλος, γενικὰ σὲ κάθε περίσταση καὶ τόπο καὶ πράγμα. (Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός)108

Ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα. (Ἀπ. Παύλου, Πρὸς Ρωμαίους 11:36)

Πρέπει καθημερινὰ νὰ προσφέρουμε ὅ,τι μᾶς ἔχει δοθεῖ γιὰ νὰ κάνουμε δυνατὴ τὴν ἔνταξή μας στὴν ἱεραρχία τοῦ παγκόσμιου συστήματος, τοῦ συστήματος ποὺ ἔχει ὡς κεφαλὴ τὸν Θεὸ καὶ ὄργανα ὅλες τὶς Οὐράνιες Δυνάμεις. Ἑνὸς συστήματος ποὺ εἶναι μιὰ κατάσταση τέλειας ἁρμονίας, στὴν ὁποία τὰ πάντα ξαναβρίσκουν τὴ θέση τους, γιατὶ μέσα στὸ Σύμπαν ὑπάρχει μιὰ θέση ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει προορίσει γιὰ τὸν καθένα μας, ὅταν ὁ καθένας μας θὰ φτάσει στὴν τελείωση ποὺ ἔχει προβλεφθεῖ γιὰ αὐτόν.

Κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει, ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν. (Κατὰ Ματθαῖον 12:20)

Δηλαδὴ τὶς τσακισμένες σὰν καλάμι ψυχὲς δὲν θὰ τὶς συντρίψει, καὶ τὶς καρδιὲς στὶς ὁποῖες κοντεύει νὰ σβηστεῖ τὸ φῶς, ὥστε νὰ μοιάζουν μὲ φιτίλι ποὺ καπνίζει, δὲν θὰ τὶς ἀφήσει νὰ σβήσουν ἕως ὅτου νικήσει ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐπικρατήσει στὶς καρδιὲς ὅλων.

Καὶ ὣς τότε ὀφείλουμε νὰ κατανοήσουμε ὅτι ἡ δική μας θέληση ἀποτελεῖ μεσότοιχο ποὺ χωρίζει ἐμᾶς ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ἐὰν δὲν καταλυθεῖ ὁ μεσότοιχος αὐτός, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περάσουμε στὴν ἀντίπερα ὄχθη, ἐκεῖ ὅπου ὁ φτωχὸς Λάζαρος τῆς παραβολῆς ἀπολαμβάνει τὰ ἀγαθὰ τοῦ νοητοῦ παραδείσου.

 


104 Τὴ συμμετοχὴ τοῦ Θεοῦ στὴν προσωπική μας ζωὴ τὴν ὀνομάζουμε Πρόνοια. Ἡ Πρόνοια αὐτὴ δὲν μοιάζει καθόλου μὲ τὴν εἰδωλολατρικὴ εἱμαρμένη (Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, ὅ.π., «Μετάνοια», σ. 63). [Σ.τ.Ε.]

105 Ἀπ. Παύλου, Πρὸς Ρωμαίους 8:29, 30.

106 Ἐν πᾶσι τοῖς οὖσιν ἡ θεία πρόνοια, καὶ οὐδὲν τῶν ὄντων ἀπρονόητον (Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, Συγγράμματα, ὅ.π., Περὶ Θείων Ὀνομάτων, Κεφ. Δ΄, «Περὶ ἀγαθοῦ, φωτός, καλοῦ, ἔρωτος, ἐκστάσεως, ζήλου· καὶ ὅτι τὸ κακὸν οὔτε ὄν, οὔτε ἐξ ὄντος, οὔτε ἐν τοῖς οὖσι», §XXXIII, σσ. 456-457, δίγλωσση ἔκδοση).

107 Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Περὶ Προσευχῆς, ὅ.π., «Πνευματικὴ Ζωή», σ. 180.

108 Αὕτη δέ ἐστιν ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας· τοῦτ’ ἔστι τὸ καταλεῖψαι τὰ ἴδια θελήματα καὶ νοήματα ὁ ἄνθρωπος, καὶ ποιῆσαι τὰ τοῦ Θεοῦ νοήματά τε καὶ θελήματα. Καὶ ἐὰν ταῦτα δυνηθῇ ποιῆσαι, οὐχ εὑρίσκεται ἐν πάσῃ τῇ κτίσει πρᾶγμα ἢ ἐγχείρημα, ἢ τόπος δυνάμενος ἐμποδίσαι τοῦ γενέσθαι αὐτόν, ὡς ὁ Θεὸς ἐξ ἀρχῆς ἠβουλήθη εἶναι, κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν αὐτοῦ· καὶ θέσει Θεὸς κατὰ χάριν. Ἀπαθής, δίκαιος, ἀγαθὸς καὶ σοφός, εἴτε ἐν πλούτῳ, εἴτε ἐν πενίᾳ, εἴτε ἐν παρθενίᾳ, εἴτε συζυγίᾳ· εἴτε ἐν ἀρχῇ καὶ ἐν ἐλευθερίᾳ, εἴτε ἐν ὑποταγῇ καὶ δουλείᾳ καὶ ἁπλῶς ἐν παντὶ καιρῷ, τόπῳ τε καὶ πράγματι (Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός, στὸ Φιλοκαλία, τόμ. Γ΄ [1960], σ. 7). Μτφρ. ἀπὸ Φιλοκαλία, τόμ. Γ΄ [2006], «Βιβλ. Α΄, Προοίμιο», σ. 70.

ΚΕΦΑΛΑΙΑ