01.06 | Μνήμη – Φαντασία – Ὄνειρο – Βιβλία Αλήθειας – Truth Legacy Books

6. Μνήμη – Φαντασία – Ὄνειρο

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΑΦΘΑΡΤΑ – Δοκίμιο στὴν Ἀνθρώπινη Φύση

A- A A+

Στὰ προηγούμενα κεφάλαια ἀσχοληθήκαμε μὲ τὸν τρόπο σχηματισμοῦ τῆς ἀντίληψης διὰ μέσου τῆς παρατήρησης καὶ εἰδικὰ διὰ τῆς ὁδοῦ αἴσθημα-νοῦς καὶ ἀναπτύξαμε τὴν καίρια σημασία ποὺ ἔχει ἡ προσεκτικὴ παρατήρηση γιὰ τὴ διαμόρφωση ἀντίληψης καὶ γιὰ τὴ μετατροπή της, στὴ συνέχεια, σὲ ὅσο τὸ δυνατὸν ἐγγύτερη γνώση τῆς πραγματικότητας.

Ὁ σχηματισμὸς μιᾶς ἀντίληψης μπορεῖ, ὡστόσο, νὰ μὴν εἶναι τὸ προϊὸν ἑνὸς αἰσθήματος τοῦ παρόντος χρόνου, ἀλλὰ ἑνὸς αἰσθήματος ποὺ ἀνάγεται στὸν περασμένο χρόνο, τὸν χρόνο ποὺ ἀνακαλεῖται διὰ τῆς μνήμης ἢ τῆς ἀνάμνησης, ἢ μπορεῖ νὰ εἶναι προϊὸν μιᾶς ἄλλης σημαντικῆς λειτουργίας τοῦ νοῦ μας, δηλαδὴ τῆς φαντασίας. Ἔτσι, τόσο στὴ μία ὅσο καὶ στὴν ἄλλη περίπτωση, βιώνουμε ἕνα γεγονὸς καὶ τὴ σχετικὴ ἐμπειρία του χωρὶς τὴν παρουσία τοῦ ἀντικειμένου. Μνήμη, λοιπόν, ὑπάρχει μόνο γιὰ τὸ παρελθὸν καὶ αἴσθηση γιὰ τὸ παρόν.

Ἡ μνήμη εἶναι μιὰ καθαρὴ λειτουργία τοῦ νοῦ ἢ μᾶλλον μιὰ κατάσταση τοῦ νοῦ, ἐνῶ ἡ ἀνάμνηση ἔχει σχέση περισσότερο μὲ τὴ νόηση παρὰ μὲ τὴν αἴσθηση, γιατὶ προϋποθέτει συλλογισμό. Ἀντίθετα, ἡ φαντασία βρίσκεται μεταξὺ τοῦ νοῦ καὶ τῆς ψυχῆς, εἶναι ὅμως καὶ αὐτὴ μιὰ ἀποτύπωση τῶν ὅσων εἶδε ἢ ἄκουσε ὁ νοῦς, μόνο ποὺ ἡ ἀποτύπωση αὐτὴ δὲν συντελεῖται, ὅπως ἡ μνήμη, στὴν περιοχὴ τοῦ νοῦ, ἀλλὰ βαθύτερα στὴ συνείδηση. Ἔτσι, ἐνῶ τὸ ὑλικὸ τῆς μνήμης εἶναι τὸ αἴσθημα, τὸ ὑλικὸ τῆς φαντασίας εἶναι τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα.

Ἡ φαντασία, ἐπίσης, ἔχει ὡς φυσικό, ἰδιαίτερο γνώρισμά της νὰ ἐντυπώνει ὅλα ὅσα περιῆλθαν στὸν νοῦ μέσω τῶν αἰσθήσεων, νὰ σχηματοποιεῖ ὅ,τι ἐπιθυμεῖ καὶ νὰ χρωματίζει ὅ,τι ἀντιλαμβάνεται (παρατηρεῖται, δηλαδή, μιὰ λειτουργία ἀνάλογη μὲ ἐκείνη ποὺ συμβαίνει κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὀνείρου), ἐνῶ στὴ μνήμη ἐντυπώνονται μόνο ὅσα παρατηρεῖ ὁ νοῦς. Ἀκόμα, ὅταν ἡ φαντασία ἐγγράψει τὴν εἰκόνα δὲν ἐξασθενίζει τόσο εὔκολα ὅσο ἡ μνήμη καὶ δύσκολα ἀπαλλάσσεται ἀπὸ αὐτήν, διότι ἡ φαντασία δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἀποτύπωση, ἀλλὰ συνοδεύεται πάντοτε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία.

Ἡ σπουδαιότερη ὅμως διαφορὰ μεταξὺ φαντασίας καὶ μνήμης ἔγκειται στὸ ὅτι ἡ φαντασία, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ μνήμη, δημιουργεῖ ἀπὸ μόνη της εἰκόνες διαφορετικὲς ἀπὸ ἐκείνες ποὺ ἐντυπώθηκαν κατὰ προσθήκη, ἀφαίρεση ἢ ἀλλοίωση. Ἔτσι ἀνατυπώνει τὰ οὐδόλως ὑπάρξαντα, τόσο ὅταν εἴμαστε ξύπνιοι ὅσο καὶ ὅταν κοιμόμαστε διὰ τῶν ὀνείρων. Στὰ ὄνειρα, ὡστόσο, δὲν πρέπει νὰ πιστεύει κανείς, γιατὶ κάθε ὄνειρο εἶναι ἁπλῶς μιὰ συνάρτηση τῶν ἐμπειριῶν καὶ τῶν ἐπιθυμιῶν μας ποὺ συναρτῶνται μὲ αὐτὲς τὶς ἐμπειρίες. Ὅ,τι βλέπουμε στὸ ὄνειρο εἶναι συνήθως μιὰ σύνθεση, μιὰ συγκέντρωση ἰδεατῶν στοιχείων διάφορων βιωμένων γεγονότων σὲ μιὰ προσωπικὴ σύνθεση ἀνάμνησης-νοσταλγίας καὶ στοιχείων φαντασίας.

Φυσικά, ὑπάρχουν προφητικὰ ὄνειρα, τὰ ὄνειρα ποὺ βλέπουν διορατικὰ ἄτομα. Στὴν περίπτωση αὐτή, τὸ ἄτομο δὲν φεύγει ἀπὸ τὸ ἐγώ του ἀλλὰ ἀπὸ τὸν γήινο χρόνο καὶ τόπο καί, ἑπομένως, κατὰ τὶς ἐλάχιστες στιγμὲς τοῦ ὀνείρου ζεῖ στὸ ἀχρονικὸ καὶ ἀτοπικὸ ἄπειρο.

Ἡ μνήμη ἀναφέρεται πάντοτε σὲ μνήμη προσωπικῶν βιωμάτων. Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ μνήμη τῆς Ἀλήθειας, δηλαδὴ ἡ ἀνάμνηση τῆς Ἀλήθειας ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὄχι πάντοτε σαφὴς οὔτε καὶ ἀμιγής.

Τόσο ἡ μνήμη ὅσο καὶ ἡ φαντασία καὶ τὸ ὄνειρο ἐξετάζονται ἀπὸ ἐμᾶς μόνο στὸ μέτρο ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρουν ὡς πρὸς τὸ καίριο σημεῖο ἀναφορᾶς μας, ποὺ εἶναι ὁ μέγιστος δυνατὸς προσδιορισμὸς τῆς πραγματικότητας ποὺ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς παρατήρησης τοῦ νοῦ. Καλὴ μνήμη, λοιπόν, περιορισμένη φαντασία καὶ ἀδιαφορία γιὰ τὸ ὄνειρο εἶναι τὸ συμπέρασμά μας.

Εἴπαμε προηγουμένως ὅτι ἡ μνήμη δὲν εἶναι μιὰ λειτουργία τῆς νόησης, ἀλλὰ μιὰ κατάσταση τοῦ νοῦ, ὅμως δὲν εἶναι καὶ τελείως ἀνεξάρτητη, γιατὶ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὴν ποιότητα τοῦ νοῦ – γι’ αὐτὸ καὶ ὑπάρχουν σίγουρα διαφορὲς στὴν ἱκανότητα τῆς μνήμης, διαφορὲς ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ποιότητα τοῦ νοῦ. Ἕνας καλὰ γυμνασμένος νοῦς ἔχει μιὰ καλὴ μνήμη, ἀλλὰ ἰσχύει καὶ τὸ ἀντίθετο. Ὅμως τὸ δικό μας πρόβλημα δὲν εἶναι αὐτὲς οἱ διαφορές, οἱ ὁποῖες ὁπωσδήποτε εἶναι ὑπαρκτὲς καὶ δὲν ἐξαρτῶνται τόσο ἀπὸ τὴ στιγμιαία συμπεριφορὰ τοῦ ἀτόμου, ὅσο ἀπὸ τὴ χρόνια ἄσκηση ἢ μὴ τοῦ νοῦ. Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι αὐτὲς τὶς ἱκανότητες ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας, δηλαδὴ αὐτὴν τὴ συγκεκριμένη μνήμη, θὰ πρέπει νὰ τὶς χρησιμοποιεῖ κατάλληλα γιὰ νὰ ἐπιτυγχάνει τὸ ἐπιθυμητὸ ἀποτέλεσμα. Ἡ σωστὴ παρατήρηση εἶναι προϋπόθεση γιὰ τὴν καλὴ μνήμη. Ἀντίθετα, κακὴ μνήμη, δηλαδὴ ἡ ἐπαναφορὰ ὁρισμένων μόνο πραγμάτων καὶ καταστάσεων, κατὰ κανόνα ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη προσεκτικῆς παρατήρησης, στὴν ἀδιαφορία τοῦ ἀτόμου καὶ στὴν ἔλλειψη ἐπιθυμίας γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ ἀντικειμένου ἢ τοῦ γεγονότος.

Ὅταν ἐμφανίζονται ἄτομα ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ μνήμη τους λειτουργεῖ μονόπλευρα ἢ ὅταν διαπιστώνουμε ἐμεῖς ὅτι πράγματι ἡ μνήμη κάποιου λειτουργεῖ μονόπλευρα, δηλαδὴ μόνο σὲ ὁρισμένα πράγματα ἢ καταστάσεις, τότε πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ ἐλαττωματικὴ μνήμη, ἀλλὰ γιὰ ἐλλιπὴ παρατήρηση καὶ ἀπροσεξία, ποὺ εἶναι ἀπόρροια τῆς ἀδιαφορίας, τοῦ μικροῦ ἐνδιαφέροντος ἢ ἀκόμα καὶ τῆς ἀδυναμίας τοῦ παρατηρητῆ νὰ προσεγγίσει τὸ παρατηρούμενο ἀντικείμενο ἢ κατάσταση. Ἁπλῶς στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τὸ ἄτομο δὲν καταβάλλει τὴν ἴδια προσοχὴ γιὰ ὅλα τὰ πράγματα καὶ περιορίζει ἀσυναίσθητα τὸ ἐνδιαφέρον του καὶ τὴν παρατήρησή του μόνο σὲ ἐκεῖνα ποὺ ἀποσποῦν τὸ προσωπικό του ἐνδιαφέρον. Σκεφτεῖτε τοὺς μαθητὲς ἐκείνους πού, ἐνῶ εἶναι καθ’ ὅλα ἄρτιοι, δὲν ἀποκομίζουν τίποτε ἀπὸ τὴν παράδοση τοῦ μαθήματος, τοὺς ἀκροατὲς μιᾶς διάλεξης τῆς ὁποίας τὸ περιεχόμενο δὲν τοὺς ἐνδιαφέρει, τοὺς πιστοὺς ποὺ συχνάζουν περιστασιακὰ στὴν ἐκκλησία ἢ γιατὶ «πρέπει», δηλαδὴ τοὺς τὸ ἐπιβάλλει ὁ νόμος ἢ ἡ κοινωνικὴ εὐπρέπεια. Ἂν σᾶς ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ὅλοι αὐτοί, θὰ ἀκούγατε ὅτι μόνο ἕνα ἐλάχιστο ποσοστὸ τοῦ χρόνου, ἴσως ἕνα πέντε τοῖς ἑκατό, ἀφιερώνουν στὴ διάλεξη ἢ στὴ λειτουργία. Τὸν ὑπόλοιπο χρόνο ὁ νοῦς περιπλανιέται ἀλλοῦ. Πολλὲς γυναῖκες, γιὰ παράδειγμα, θυμοῦνται μὲ τὴν παραμικρὴ λεπτομέρεια ἕνα φόρεμα ποὺ εἶδαν γιὰ λίγο καὶ τοὺς ἄρεσε ἢ ἕνα φόρεμα ποὺ φοροῦσε κάποια ἄλλη γιὰ νὰ τὸ ἀντιγράψουν ἢ νὰ τὸ κριτικάρουν, θυμοῦνται πάντοτε τὴ συνάντηση μὲ τὸ ἀγαπημένο πρόσωπο καὶ ξεχνοῦν ὅλες τὶς ἄλλες, προφασιζόμενες ὅτι ἔχουν κακὴ μνήμη. Ὅλα τὰ παράπονα ποὺ γίνονται ἀπὸ ὅσους ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ συγκρατήσουν, ἔστω καὶ στοιχειωδῶς, τὸ περιεχόμενο ἑνὸς βιβλίου ποὺ διάβασαν καὶ προφασίζονται τὴν κακή τους μνήμη, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἔλλειψη προσοχῆς κατὰ τὴν ὥρα τοῦ διαβάσματος, ἔλλειψη ἀκριβοῦς παρατήρησης καί, ἑπομένως, δημιουργία ἐλλιποῦς ἢ λανθασμένης ἀντίληψης. Εἶναι οἱ περιπτώσεις ποὺ διαβάζει κανεὶς βιβλία εἴτε γιατὶ πρέπει εἴτε γιὰ κοινωνικὴ προσαρμογὴ εἴτε ἀπὸ ἀνία, καὶ ὄχι γιατὶ θέλει, ὄχι γιατὶ τὸν ἐνδιαφέρει. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη ὅ,τι προσεγγίζουμε, ὅ,τι ἀκοῦμε, ὅ,τι βλέπουμε, νὰ τὸ προσεγγίζουμε, νὰ τὸ ἀκοῦμε, νὰ τὸ βλέπουμε μὲ προσοχὴ καὶ ἐπίγνωση. Νὰ εἴμαστε παρόντες στὰ γεγονότα, στὶς διαλέξεις, στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε στὸν νοῦ μας νὰ περιφέρεται ἄσκοπα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ.

Φυσικά, δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ παρατήρηση χρειάζεται ὄχι μόνο γιὰ τὴ μνήμη, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν προαγωγὴ τῆς σκέψης. Ἡ ὀρθὴ σκέψη σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν καλλιεργημένη ἱκανότητα τοῦ νοῦ συμβάλλει στὴν ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐνεργοποιεῖ μὲ πιὸ γρήγορο ρυθμὸ τὶς δυνατότητές μας, τὶς καθιστᾶ δηλαδὴ ἐνεργές, θέτει σὲ κίνηση ἐκεῖνο ποὺ ἦταν σὲ ἀκινησία.

Ἡ ἀκριβὴς λοιπὸν παρατήρηση εἶναι μιὰ ἱκανότητα ποὺ θὰ πρέπει νὰ καλλιεργηθεῖ, γιατὶ χωρὶς αὐτὴ τὴν καλλιέργεια οὔτε ἀνθοφορία οὔτε καρπὸς θὰ ὑπάρξει ποτέ. Ὅπως τὸ φυσικὸ σῶμα, ἔτσι καὶ τὸ νοητικὸ ἀναπτύσσεται μὲ τὴν ἄσκηση, καὶ ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ τὰ βελτιώσουν καὶ νὰ τὰ ἀναπτύξουν ὀφείλουν νὰ καταφύγουν στὴν καθημερινὴ ἄσκηση, στὴν καθημερινὴ σκέψη μὲ ἀντικείμενο διαλεγμένο σκόπιμα γιὰ τὴ βελτίωση τῆς νοητικῆς τους ἱκανότητας. Ἀκόμα καὶ ἂν περιοριστοῦμε στὸ βιβλίο, δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ κάνουμε τὴν ἐπιλογή μας σωστά, ὅπως εἴπαμε. Πρέπει τὸ διάβασμα νὰ εἶναι ἀργὸ καὶ προσεκτικὸ καὶ νὰ ἐναλλάσσεται μὲ τὴ σκέψη μας, πάντοτε στὸν κατάλληλο χρόνο, ποὺ εἶναι ἀνάλογος μὲ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη τοῦ ἀναγνώστη καὶ τὴ φυσικὴ σωματική του κατάσταση. Δὲν θὰ πρέπει νὰ διαβάζουμε ἕνα βιβλίο μετὰ τὸ φαγητὸ οὔτε ὅταν νυστάζουμε ἢ πεινᾶμε ἢ κρυώνουμε κ.λπ.

ΚΕΦΑΛΑΙΑ